Έμεινε στο μπάνιο για πολλή ώρα.
Ξέχασε από πότε ήταν εκεί. Αφέθηκε στη ζεστασιά του νερού. Του προκαλούσε μια ακατάληπτη ευφορία. Κι αν άφηνε το παραθυράκι ανοιχτό μπορούσε να βλέπει τον κήπο της διπλανής πολυκατοικίας. Μια χαραμάδα, ίσα-ίσα για να βλέπει εκείνο το δέντρο με τα κόκκινα φύλλα. Λύτρωση το νερό στο σώμα του. Παράξενοι χορευτές οι ατμοί σχηματίζουν υγρές γραμμές στον καθρέφτη. Απ'το δωμάτιο έρχονται διάσπαρτες νότες κέλτικης μουσικής. Νερό ορμητικό στο πρόσωπο. Να μπει μες το κεφάλι. Να διαπεράσει μάτια, μύτη, μέτωπο. Να μπει μέσα. Να λυτρώσει και το κεφάλι. Να τρυπώσει στο μυαλό. Να καθαρίσει τις γωνιές που'χουν πιάσει σκόνη. Καθαρίζει μανιωδώς τον καθρέφτη. Βλέπει κόκκινες σκιές στα μάτια του. Κοιτάζεται ώρα πολλή. Όλα είναι ίδια. Μόνο τα μάτια του δεν αναγνωρίζει. Σχεδόν άδεια, παντελώς ουδέτερα. Δυο μαύρες τρύπες.
Πόσος καιρός να'χει περάσει; Μέρες-μήνες-χρόνια;;; Από πότε; Απ'τις μέρες που στα μάτια του φύτρωναν ζουμπούλια.. Που άνοιγε το στόμα του κι έτρεχαν θάλασσες. Να λυτρωθεί. Να εξιλεωθεί. Να ζήσει.. Να νιώσει σεισμούς στο κορμί του και θύελλες στο κεφάλι του. Σαν τότε που δεν άλλαζε σεντόνια μέχρι να'ρθει ξανά εκείνη και να βάψει με τ'άρωμά της τους τοίχους κόκκινους. Που ξεδιψούσε απ'την ανάσα της και ζούσε μέσα απ'τα μάτια της. Να ερωτευτεί. Ολοκληρωτικά. Να τι θέλει. Ξανά. Εκείνη. Εκείνη που δεν την πίστεψε και φύτεψε χειμώνα στην καρδιά της. Γιατί απλά δεν μπορούσε να αντέξει την αλήθεια της και από παθιασμένος κυνηγός και συνοδοιπόρος μεταμορφώθηκε σε ύπουλο φυγά...με σημαία τη δειλία. Με ένα τεχνητό νεφέλωμα που δεν άφηνε περιθώρια για εξηγήσεις. "Όλα αιωρούνται". Έτσι απλά. "Δε θα φύγεις ποτέ", του είχε γράψει. "..θα ζω πάντα στο πιο μεγάλο φεγγάρι και στις πιο κρυφές σου ενοχές..." . Τελικά αιωρούμενος έμεινε μόνο αυτός. Δεν ξανακοίταξε ποτέ το μεγάλο φεγγάρι και αναλώθηκε άσκοπα, ανούσια. Κοιτάζει τα μάτια του επίμονα. Δεν είναι άδεια τελικά. Σα να διακρίνει κάτι. Να..υπάρχει κάτι..ένα μικρό ε....................εκείνη, έρωτας, ελπίδα ή ενοχή; |
Ξέρεις τι βλέπει;
Ένα εκπληκτικό κείμενο.
Το δικό σου.
Και λίγα με τη σκόνη στο μυαλό.Γιατί αν φύγει ,ένας Θεός ξέρει τι μπορεί να υπάρχει από κάτω...Μπορεί και να τρομάξουν πολλοί.
Καλά είναι εκεί που κάθεται...